13.1.15



ΕΘΝΙΚΟN ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟN ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟN ΑΘΗΝΩΝ
ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ 2014-15


Διδάσκοντες Καθηγητές: Ηλίας Αναγνωστόπουλος, Αναπλ.Καθηγητής
                                             Νικόλαος Λίβος, Επικ. Καθηγητής
                                                  Αγλαΐα (Άγκυ) Λιούρδη, Λέκτωρ

Επιβλέπων Καθηγητής: Νικόλαος Δημητράτος, Λέκτωρ


Θέμα εισήγησης: Η αρμοδιότητα στην ποινική διαδικασία

Εισηγητής: Χαράλαμπος Μ. Δεληγιάννης



Αθήνα, 14 Ιανουαρίου 2015
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΗΣ

Εισαγωγή
Α) Έννοια και διακρίσεις της αρμοδιότητας
1) Έννοια[1]
Η έννοια της αρμοδιότητας στο ποινικό δίκαιο συνίσταται στο ποσοστό δικαιοδοσίας των ποινικών δικαστηρίων να εκδικάσουν ορισμένα εγκλήματα. 
2) Διακρίσεις[2]
α) Καθ' ύλην αρμοδιότητα
Η πρώτη και σημαντικότερη διάκριση της αρμοδιότητας αναφέρεται, όπως είναι φυσικό, στη φύση των τελουμένων εγκλημάτων. Τα τελούμενα, δηλαδή, εγκλήματα δεν είναι της ίδιας βαρύτητας. Θα πρέπει, λοιπόν, να κατανέμεται η εκδίκαση των εγκλημάτων στα επί μέρους  ποινικά δικαστήρια ανάλογα με τη βαρύτητά τους, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται, κατά τεκμήριο τουλάχιστον, η σωστότερη εκτίμηση των ποινικών υποθέσεων. Αυτή η βασική διάκριση της αρμοδιότητας ονομάζεται καθ' ύλην αρμοδιότητα.
β) Κατά τόπον αρμοδιότητα
           Η έκταση της ελληνικής επικράτειας επιβάλλει - κατά κανόνα - την ίδρυση περισσότερων ομοειδών δικαστηρίων για την εκδίκαση των αντίστοιχων εγκλημάτων. Σε καθένα από αυτά τα δικαστήρια προσδιορίζεται ορισμένη περιοχή, μέσα στην οποία εκτείνεται η δικαιοδοσία του. Αυτή η βασική, επίσης, διάκριση της αρμοδιότητας ονομάζεται κατά τόπο αρμοδιότητα ή δωσιδικία.
γ) Αρμοδιότητα λόγω συνάφειας
Όταν ορισμένα από  τα τελούμενα εγκλήματα συνδέονται μεταξύ τους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η εκδίκασή τους από το ίδιο δικαστήριο να φαίνεται απαραίτητη για την ορθότερη και ταχύτερη διάγνωση και εκτίμησή τους, τότε γίνεται λόγος για τη λεγόμενη αρμοδιότητα λόγω συνάφειας.
δ) Αρμοδιότητα λόγω συμμετοχής ή συναιτιότητας
          Σε περίπτωση που στην τέλεση ορισμένου εγκλήματος έχουν συμμετάσχει περισσότερα από ένα πρόσωπα και η σωστότερη και ταχύτερη διάγνωση της υπόθεσης καθιστά απαραίτητη την εκδίκασή της από το ίδιο δικαστήριο, τότε γίνεται λόγος για αρμοδιότητα λόγω συμμετοχής ή συναιτιότητας.
ε) Κανονισμός αρμοδιότητας
          Η ύπαρξη περισσότερων δικαστηρίων, είναι δυνατόν, σε ορισμένες περιπτώσεις, να προκαλέσει αμφισβητήσεις μεταξύ τους σχετικά με την αρμοδιότητά τους, έτσι ώστε να δικάζεται παράλληλα το ίδιο έγκλημα από δύο ή περισσότερα δικαστήρια, επειδή θεωρούν ότι είναι αρμόδια (θετική σύγκρουση αρμοδιότητας), με κίνδυνο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, είτε να αρνούνται τα δικαστήρια την εκδίκαση του εγκλήματος, επειδή κρίνουν ότι δεν έχουν αρμοδιότητα (αρνητική σύγκρουση αρμοδιότητας), με αποτέλεσμα απαράδεκτη για την πολιτεία αρνησιδικία. Ανακύπτει, λοιπόν, εδώ η ανάγκη ρύθμισης αυτής της διαφωνίας με τον προσδιορισμό του αρμοδίου για την εκδίκαση του εγκλήματος δικαστηρίου. Αυτή η ρύθμιση της αρμοδιότητας ονομάζεται κανονισμός αρμοδιότητας.
στ) Αρμοδιότητα κατά παραπομπή
          Είναι δυνατόν, σε ορισμένες περιπτώσεις, η εκδίκαση κάποιου εγκλήματος να μην είναι δυνατή ή σκόπιμη από το αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο, έτσι ώστε να παρουσιάζεται η ανάγκη εκδίκασής του από ομοειδές δικαστήριο άλλης περιοχής. Σ' αυτή την περίπτωση πρόκειται για τη λεγόμενη αρμοδιότητα κατά παραπομπή.
ζ) Αρμοδιότητα κατά λειτουργία ή λειτουργική αρμοδιότητα
Τέλος, σε μία και την αυτή ποινική υπόθεση, τα διάφορα δικαστικά όργανα, που επιλαμβάνονται, ασκούν ορισμένη ειδικότερη εξουσία βάσει των αντιστοίχως υπαρχουσών διατάξεων (π.χ. ο εισαγγελέας, οι ανακριτικοί υπάλληλοι, ο τακτικός ανακριτής, τα δικαστικά συμβούλια, ο διευθύνων τη συζήτηση στην επ' ακροατηρίω διαδικασία, οι τακτικοί δικαστές στα μικτά ορκωτά δικαστήρια και στα μικτά ορκωτά εφετεία). Αυτή η διάκριση ονομάζεται κατά λειτουργία ή λειτουργική.

Β) Καθ' ύλην αρμοδιότητα (Άρθρα 109 - 121 Κ.Π.Δ.)
1) Τα τακτικά ποινικά δικαστήρια
α) Πταισματοδικεία (Άρθρο 115 Κ.Π.Δ.)
β) Πλημμελειοδικεία (Άρθρα 112 και 114 Κ.Π.Δ.)
γ) Εφετεία (Άρθρα 110 – 111 και 499 Κ.Π.Δ.)
δ)  Μικτά δικαστήρια (Άρθρα 109 ΚΑΙ 499 Κ.Π.Δ.)
2) Τα ειδικά ποινικά δικαστήρια
α)  Δικαστήρια ανηλίκων (Άρθρο 113 Κ.Π.Δ.)
β) Στρατιωτικά δικαστήρια (Άρθρα 167 και 168 Σ.Π.Κ.[3])
γ)   Το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 86 του Συντάγματος

3) Ο Άρειος Πάγος (Άρθρο 485 παρ. 1 και 513 παρ. 1 Κ.Π.Δ.)

4) Προβληματισμοί σχετικά με την καθ' ύλην αρμοδιότητα
α) Μικτά ορκωτά δικαστήρια – Εφετεία         
Άρθρο 97 του Συντάγματος «1. Τα κακουργήματα και τα πολιτικά εγκλήματα δικάζονται από μικτά ορκωτά δικαστήρια που συγκροτούνται από τακτικούς δικαστές και ενόρκους, όπως νόμος ορίζει. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων αυτών υπόκεινται στα ένδικα μέσα που ορίζει ο νόμος. 2. Κακουργήματα και πολιτικά εγκλήματα, που με συντακτικές πράξεις, ψηφίσματα και ειδικούς νόμους έχουν υπαχθεί έως την ισχύ του Συντάγματος στη δικαιοδοσία των εφετείων, εξακολουθούν να δικάζονται από αυτά, εφόσον δεν υπαχθούν με νόμο στην αρμοδιότητα των μικτών ορκωτών δικαστηρίων. Με νόμο μπορεί να υπαχθούν στη δικαιοδοσία των ίδιων εφετείων και άλλα κακουργήματα ...».                
β) Μονομελές εφετείο
γ)  Μονομελές πλημμελειοδικείο
Η επαναλαμβανόμενη υπαγωγή σοβαρών πλημμελημάτων στην αρμοδιότητα του εν λόγω δικαστηρίου δέχθηκε και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να δέχεται σοβαρές επικρίσεις για το λόγο ότι η εκδίκασή τους τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό πρέπει αναμφίβολα να ανήκει σε πολυμελή δικαστήρια, λόγω της ποινικής τους απαξίας, των σοβαρών νομικών ζητημάτων που ανακύπτουν, των απαιτούμενων εξειδικευμένων γνώσεων και της κατά τεκμήριο δυσχερούς διάγνωσης και εκτίμησης των αποδεικτικών στοιχείων[4].
δ) Αρπαγή
Τα κακουργήματα της αρπαγής (Άρθρο 322 Π.Κ.) και αρπαγής ανηλίκων (Άρθρο 324 παρ. 2 και 3 Π.Κ.) δεν περιλαμβάνονται στο άρθρο 111 Κ.Π.Δ., με αποτέλεσμα να θεωρούνται ότι υπάγονται στην αρμοδιότητα του Μ.Ο.Δ. Εντούτοις όμως, έχει κριθεί ότι τα δύο αυτά κακουργήματα υπάγονται στην αρμοδιότητα του τριμελούς εφετείου κακουργημάτων, εν όψει του Ν.Δ. 876/1941, που κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ψηφίσματος ΛΓ/1947, που προέβλεπε την αρμοδιότητα του πενταμελούς (τότε) εφετείου, όπως, επίσης, προέβλεπε αυτό και ο αναγκαστικώς νόμος 853/1948, ο οποίος κυρώθηκε με το Ψήφισμα ΟΒ της 16 Σεπτεμβρίου -  Οκτωβρίου 1949. Ο δε Κ.Π.Δ. με το άρθρο 593 περ. β΄ διατήρησε την ισχύ του άρθρου 1 του Ψηφίσματος ΛΓ/1947. Ακολούθως, ο νόμος 1493/1950, ο οποίος κύρωσε τον Κ.Π.Δ. δεν κατήργησε ούτε ήταν δυνατόν να καταργήσει τον αναγκαστικό νόμο 853/1948, διότι αυτός μετά την κύρωσή του με το  Ψήφισμα ΟΒ του 1949 απέκτησε αυξημένη τυπική ισχύ. Η διάταξη δε αυτή διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 97 παρ. 2 του Συντάγματος του 1975 και με το άρθρο 2 εδ. γ΄ του Ν. 233/1975, ο οποίος εκδόθηκε κατά ρητή πρόβλεψη του άρθρου 111 παρ. 4 εδ. β΄ του Συντάγματος του 1975 και ο οποίος καθιερώνει αρμοδιότητα του πενταμελούς εφετείου (ήδη τριμελούς), μεταξύ των άλλων περιπτώσεων, και για εκείνη του κακουργήματος της αρπαγής[5] . 
ε) Αποπλάνηση και βιασμός ανηλίκων
          Με το άρθρο 29 παρ. 2 του Ν. 3772/2009, το οποίο είχε προσθέσει εδάφιο στο άρθρο Πέμπτο του Ν. 3625/2007, είχαν υπαχθεί στην αρμοδιότητα του τριμελούς εφετείου οι υποθέσεις εκείνες που αφορούν εγκλήματα κατά της προσωπικής και γενετήσιας ελευθερίας (όπως ο βιασμός και η σωματεμπορία) και έχουν ως θύμα ανήλικο. Επομένως,  ενώ μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν. 3772/2009 η πλειονότητα των εγκλημάτων αυτών εκδικαζόταν από το Μ.Ο.Δ. (με εξαίρεση κάποια από τα εγκλήματα αυτά που εκδικάζονταν ούτως ή άλλως από το τριμελές εφετείο με βάσει άλλους ποινικούς νόμους λ.χ. αρπαγή ανηλίκου),  μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 3772/2009, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα καθορίσθηκε από την ηλικία του θύματος. [Άρθρο Πέμπτο Ν. 3625/2007, όπως ίσχυε μετά την προσθήκη του τελευταίου εδαφίου με το άρθρο 29 παρ. 2 του Ν. 3772/2009): «Στις υποθέσεις ανηλίκων θυμάτων των πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 323 Α παρ. 4, 324, 336, 337 παρ. 3 και 4, 338, 339, 342, 343, 345, 346, 347, 348, 348 Α, 348 Β, 349, 351, 351 Α και 353 Π.Κ. […]. Τα κακουργήματα του προηγούμενου εδαφίου εκδικάζονται από το τριμελές εφετείο»].
Ήδη, όμως, με τη διάταξη του άρθρου 29 του Ν. 3904/2010 ορίστηκε ότι το άρθρο Πέμπτο του Ν. 3625/2007, όπως αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 7 του Ν. 3727/2008 και στην συνέχεια τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 2 του Ν. 3772/2009 αντικαθίσταται ως εξής: «στις υποθέσεις ανηλίκων θυμάτων των πράξεων που τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος και αναφέρονται στα άρθρα 323 Α, 324 και 336 έως 353 Π.Κ., η ανάκριση διεξάγεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα και περατώνεται και για τα συναφή πλημμελήματα με βούλευμα του συμβουλίου πλημμελειοδικών». Κατά την κρατούσα άποψη με την παραπάνω διάταξη «επέστρεψαν» στην αρμοδιότητα του Μ.Ο.Δ. τα ανωτέρω κακουργήματα που τελούνται σε βάρος ανηλίκων και δεν υπάγονται πλέον στο τριμελές εφετείο[6].
στ) Ληστεία
ζ) Αρμοδιότητα για τα εγκλήματα που τελούνται στο ακροατήριο – Αρμοδιότητα για την εξύβριση και τη δυσφήμηση του δικαστηρίου (άρθρα 116 – 117 Κ.Π.Δ.)
η) Πρόσωπα ειδικής δωσιδικίας

Γ) Κατά τόπον αρμοδιότητα (Άρθρα 122 – 126 Κ.Π.Δ.)

Δ) Αρμοδιότητα λόγω συνάφειας (Άρθρα 128 – 129 και 131 Κ.Π.Δ.)
α) Ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο στην περίπτωση κατά την οποία το βαρύτερο από τα συναφή εγκλήματα υπάγεται σε κατώτερο δικαστήριο και το ελαφρύτερο σε ανώτερο δικαστήριο.
β) Ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο στην περίπτωση κατά την οποία τα συναφή εγκλήματα είναι ίσης βαρύτητας και από αυτά το ένα υπάγεται στο Μ.Ο.Δ. και το άλλο στο τριμελές εφετείο.

Ε) Αρμοδιότητα λόγω συμμετοχής ή συναιτιότητας (Άρθρα 130 – 131 Κ.Π.Δ.)
Ν. 3126/2003 «Ποινική ευθύνη των υπουργών»
Άρθρο 1 παρ. 1 και 2: «1. Πλημμελήματα ή κακουργήματα, που τελούνται από Υπουργό, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, εκδικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού από το κατ’ άρθρο 86 του Συντάγματος Ειδικό Δικαστήριο, ακόμη και αν ο Υπουργός έχει παύσει να έχει την ιδιότητα αυτή. 2. Τυχόν συμμέτοχοι συμπαραπέμπονται και δικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού …».
Άρθρο 3 παρ. 2: «Το αξιόποινο των πράξεων των Υπουργών, που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 1, εξαλείφεται με το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση της αξιόποινης πράξης, εάν ως τότε η Βουλή δεν έχει αποφασίσει να ασκήσει ποινική δίωξη κατά του Υπουργού, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο νόμο αυτόν».
Άρθρο 7 παρ. 3 «Αν η Βουλή απορρίψει ως προδήλως αβάσιμη την πρόταση για την άσκηση ποινικής δίωξης (άρθρο 5 παρ. 4) ή αποφασίσει να μην ασκήσει δίωξη (άρθρο 6 παρ. 2), δεν θίγεται ως προς τους συμμετόχους η δικαιοδοσία των τακτικών ποινικών δικαστηρίων, ως προς τους οποίους στην περίπτωση αυτή παύουν να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του νόμου αυτού».

ΣΤ) Κανονισμός αρμοδιότητας (Άρθρα 132 – 135 Κ.Π.Δ.)
ΑΠ 686/2013 (σε Συμβούλιο)[7].
Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας:
Άρθρο 193:  «Στην δικαιοδοσία των στρατιωτικών ποινικών δικαστηρίων υπάγονται όσοι ήταν στρατιωτικοί κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης…».
Άρθρο 195: «Αν στο έγκλημα συμμετέχουν στρατιωτικοί και ιδιώτες αρμόδια είναι: α) τα κοινά ποινικά δικαστήρια, αν το έγκλημα είναι του κοινού ποινικού δικαίου, β) τα στρατοδικεία για τους στρατιωτικούς και τα κοινά ποινικά δικαστήρια για τους ιδιώτες, αν το έγκλημα είναι στρατιωτικό».

Ζ) Αρμοδιότητα κατά παραπομπή (Άρθρα 136 – 137 Κ.Π.Δ.)

Η) Αρμοδιότητα κατά λειτουργία ή λειτουργική αρμοδιότητα



[1] Βλ. Αδάμ Παπαδαμάκη, Ποινική Δικονομία (Θεωρία – Πράξη – Νομολογία) , ΣΤ΄  Έκδοση, 2012, σελ. 80.
[2] Βλ. Αργυρίου Καρρά, Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, Γ΄  Έκδοση, 2007, σελ. 134 – 136. 
[3] Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας.
[4] Βλ. Αναστασίου Τριανταφύλλου, Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των ποινικών δικαστηρίων, 2005, σελ. 46 επ. 
[5] Βλ. ιδίως ΣυμβΑΠ 593/2009, ΠοινΔικ 2010, σελ. 287, ΑΠ 272/2002, ΠΛογ. 2002, σελ. 216, ΑΠ 2172/2007, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΣυμβΑΠ 727/1998, ΠοινΧρ 1999, σελ. 246. Λάμπρου Μαργαρίτη, Κώδικας Ποινικής Δικονομίας – Ερμηνεία κατ’ άρθρο, τομ . Ι, σελ. 460-461. 
[6] Λάμπρου Μαργαρίτη, Κώδικας Ποινικής Δικονομίας – Ερμηνεία κατ’ άρθρο, τομ . Ι, σελ. 450 επ. και 463.

[7] ΠοινΧρ ΞΔ/2014, σελ. 103 – 104.